Η Κωνσταντίνα Πάλλα, το κορίτσι από τα Τρίκαλα με την υπέροχη βαθιά και λαϊκή φωνή της, έχει καταφέρει τα τελευταία χρόνια να ξεχωρίσει για το ταλέντο της, ενώ το τραγούδι της “Αν δεν ήσουν εδώ” υπήρξε ο προπομπός για μια σημαντική καλλιτεχνική πορεία και παρουσία στο χώρο του ελληνικού τραγουδιού.
Τραγουδά Απόστολο Καλδάρα και Βασίλη Τσιτσάνη με μια μοναδική ερμηνεία, ενώ την ίδια στιγμή την απολαμβάνουμε σε δικά της τραγούδια, αλλά και άλλων τραγουδοποιών.
Όπως σημειώνει, μεταξύ πολλών άλλων στην συνέντευξη που παραχώρησε στο trikalalife «στους νέους μουσικούς και τραγουδιστές θα έλεγα μόνο να φροντίζουν να αγγίζουν την τέχνη με σεβασμό πάνω από όλα, να σπουδάζουν, να ταξιδεύουν ,να γεμίζουν γνώση και ερεθίσματα».
Από ποια ηλικία θυμάσαι τον εαυτό σου να ασχολείται με τη μουσική; Πότε έγραψες τα πρώτα σου τραγούδια;
Συνηθίζω να λέω πως μάλλον πρέπει να γεννήθηκα με μια κιθάρα γιατί δεν έχω καμία παιδική ανάμνηση χωρίς μουσική. Φυσικά πιο σοβαρά ασχολήθηκα με τη μουσική όταν οι γονείς μου ,τη χρόνια που ξεκινούσα την Τρίτη δημοτικού ,με έγραψαν στο ωδείο Κολόβα, στα Τρίκαλα, για να ξεκινήσω τις μουσικές μου σπουδές. Τα πρώτα μου, ολοκληρωμένα, τραγούδια ξεκίνησα να τα γράφω κάπου στο γυμνάσιο, μαζί με τα πρώτα χτυποκαρδια …
Τι σε εμπνέει για τα γράψεις μουσική και στίχους;
Κάθε τι αληθινό. Μια εικόνα, μια λέξη, μια στιγμή αληθινή, γεμάτη δύναμη και νόημα μπορεί να είναι η αφορμή να έρθει η έμπνευση. Ακόμη και πίσω από κάποια ερωτικά μου τραγούδια, κρύβονται φίλοι ή απλά τυχαίες στιγμές παρατήρησης που έγιναν η αφορμή για τη γέννησή τους.
Ποια είναι τα άγχη και οι αγωνίες μίας νέας δημιουργού που ξεκινάει τώρα τη μουσική της πορεία;
Νομίζω ότι τα προβλήματα χωρίζονται σε δύο κατηγορίες. Από τη μια έχουμε τα πρόβλημα που δημιουργεί η ίδια η εποχή που ζούμε. Ο μεγάλος όγκος πληροφορίας που δέχονται οι ακροατές καθημερινά και η ταχύτητα της ζωής δεν δημιουργούν πάντα πρόσφορο έδαφος για να φτάσει ο καλλιτέχνης στον κόσμο. Από την άλλη, το ίδιο το επάγγελμα περνάει κρίση. Διαπιστώνουμε πως η χρυσή εποχή της δισκογραφίας, αλλά και των παραγωγών έχει περάσει ανεπιστρεπτί. Αυτό σε συνδυασμό με τα βαθιά και χρόνια πρόβλημα του κλάδου δεν αφήνουν πολλά περιθώρια άνθισης της τέχνης. Η αβεβαιότητα της επιβίωσης που συνοδεύει αυτό το επάγγελμα στις μέρες μας αποτελεί ένα βασικό εμπόδιο. Πιστεύω, όμως, πως κάθε δημιουργός και κάθε μουσικός θα δώσει στο τέλος την ίδια απάντηση: δεν υπάρχει στα αλήθεια η επιλογή να μην ασχοληθώ με τη μουσική. Η τέχνη δεν ξεπερνάει μόνο τα εμπόδια αλλά κι εμάς τους ίδιους. Η τέχνη είναι πάνω από εμάς. Έτσι προχωράμε και παίρνουμε δύναμη από την ίδια τη δημιουργία. Προσωπικά θέλω να ευχαριστήσω τόσο τους ανθρώπους που είναι δίπλα μου τόσα χρόνια σε αυτή την πορεία αλλά και την εταιρεία μου Minos Emi Universal.
Ποιο είναι το πρώτο σου τραγούδι που ακούστηκε στα ραδιόφωνα; Πως αισθάνθηκε;
Ήταν το “Αν δεν ήσουν εδώ”, ο προπομπός του δίσκου “Όνειρα”. Ένιωσα αρχικά μια χαρά στη σκέψη ότι κατάφερα να κάνω ένα βήμα, το επόμενο συναίσθημα ήταν άβολο. Μου φάνηκε περίεργο να ακούω τον εαυτό μου τυχαία στο ραδιόφωνο καθώς οδηγώ. Δε νομίζω να μπορέσω να το αποβάλλω, αλλά έχει κι αυτό τη γλύκα του.
Στην έως τώρα πορεία σου ποιες είναι οι συνεργασίας που ξεχωρίζεις και ποια θα ήθελες να επαναλάβεις;
Είμαι βαθιά ευγνώμων για τη συνεργασία μου με τη Φωτεινή Βελεσιώτου στο Γυάλινο Μουσικό Θέατρο. Ήταν μια μοναδική εμπειρία, όχι μόνο γιατί ήμουν δίπλα σε εκείνη και τους σπουδαίους συνεργάτες της αλλά γιατί με τίμησε καθώς έντυσε με τη φωνή της μια δική μου δημιουργία , το “Πόσο πονάει η καρδιά”. Θα επαναλάμβανα σίγουρα τη συνεργασία μου με τον αγαπημένο μου Μάκη Σεβιλογλου. Ο ερωτικός τρόπος να τον οποίο ο Μάκης προσεγγίζει τη μουσική και το τραγούδι με κάνει να γεμίζω φως κάθε φορά!
Ποια είναι τα επαγγελματικά σου σχέδια αυτή τη στιγμή;, όσο μπορείς βέβαια να σχεδιάσεις λόγω της κατάστασης με την πανδημία.
Σε πείσμα των καιρών και της κατάστασης, οφείλω να ονειρεύομαι. Ήδη βρίσκομαι κάθε Πέμπτη στην Αθήνα, στο Γκάζι, στο “Μουσικό Κουτί” ,κάθε Παρασκευή στο “Τέσσερα” στην Καλαμαριά της Θεσσαλονίκης (συνεχίζοντας για μια ακόμη χρονιά αυτή τη συνεργασία) και κάθε Κυριακή και Τρίτη στο Κοφινι στον Εύοσμο Θεσσαλονίκης. Παράλληλα ετοιμάζουμε τις εμφανίσεις μας και σε άλλα μέρη της χώρας. Εδώ, θέλω να πω ένα μεγάλο “ευχαριστώ” στους άμεσους συνεργάτες μου ,τον Δημήτρη Βλάχο στο μπουζούκι και τον Γιάννη Δίσκο στα πνευστά που κάνουν αυτό το δύσκολο εγχείρημα για μένα πιο εύκολο.
Θεωρείς ότι οι συνθήκες βοηθούν τους νέους μουσικούς ή όλα είναι θέμα marketing;
Δεν ξέρω αν ποτέ υπήρξαν οι κατάλληλες συνθήκες. Σίγουρα βιώνουμε κάτι πρωτοφανές. Πολλοί συνάδελφοι δεν άντεξαν μέσα στην καραντίνα, αναγκάστηκαν να αλλάξουν επάγγελμα και δυστυχώς δε θα επιστρέψουν στο χώρο. Όπως είπα όμως και παραπάνω, δεν υπάρχει επιλογή. Η δημιουργία και η τέχνη είναι βαθύτερες ανάγκες του ανθρώπου. Σε όσες δυσκολίες κι αν έρθουν ο άνθρωπος θα βρίσκει τρόπο να δημιουργήσει. Το marketing είναι μια επιστήμη που σίγουρα βοηθάει πολύ, αλλά δεν αρκεί το marketing για να μπεις στην καρδιά του κόσμου.
Τι συμβουλή θα έδινες στους νέους μουσικούς και τραγουδιστές; Το όνειρο τελικά είναι άπιαστο;
Το όνειρο είναι δύσκολο. Αλλά δεν ξέρω κάποιο εύκολο όνειρο. Θα έλεγα σε κάθε άνθρωπο ότι αξίζει να παλεύει για τα όνειρά του. Στους νέους μουσικούς και τραγουδιστές θα έλεγα μόνο να φροντίζουν να αγγίζουν την τέχνη με σεβασμό πάνω από όλα, να σπουδάζουν, να ταξιδεύουν ,να γεμίζουν γνώση και ερεθίσματα. Η μουσική είναι ζωή. Αν δε ζεις τη ζωή μέχρι τα μύχια της ψυχής σου ,δε γίνεται να φτάσεις στη δημιουργία.